swimming trunks



Σε αυτή τη σελίδα: swim trunks, trunk
Ο όρος 'swimming trunks' παραπέμπει στον όρο 'swim trunks', 'trunk'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'swimming trunks' is cross-referenced with 'swim trunks', 'trunk'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
swim trunks (US),
swimming trunks (UK)
npl
(men's swimsuit shorts) (αντρικό)μαγιό ουσ ουδ άκλ
 If you forget your swimming trunks, you can wear a pair of shorts.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
trunk n (thickest part of a tree)κορμός ουσ αρσ
 The squirrel ran up the trunk of the tree and disappeared among the branches.
 Ο σκίουρος σκαρφάλωσε στον κορμό του δέντρου και εξαφανίστηκε ανάμεσα στα κλαδιά.
trunk n (elephant's long nose)προβοσκίδα ουσ θηλ
 The elephant lifted the apple to its mouth, using its trunk.
 Ο ελέφαντας έφερε το μήλο στο στόμα του χρησιμοποιώντας την προβοσκίδα του.
trunk n (box for storage)μπαούλο ουσ ουδ
 Ellen found things she'd forgotten she had when she went through the trunks in the attic.
 Η Έλεν βρήκε πράγματα που είχε ξεχάσει πως τα είχε όταν έψαξε τα μπαούλα στο πατάρι.
trunk n US (boot: car's rear compartment)πορτ μπαγκάζ ουσ ουδ άκλ
 Brian put the groceries in the trunk.
 Ο Μπράιαν έβαλε τα ψώνια στο πορτ μπαγκάζ.
trunks,
swimming trunks,
bathing trunks
npl
(man's swim shorts) (σαν βερμούδα, όχι κοντό)μαγιό ουσ ουδ άκλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 Robert put on his trunks and went outside to the pool.
 Ο Ρόμπερτ έβαλε το μαγιό του και βγήκε έξω στην πισίνα.
trunks npl (man's underpants)μποξεράκι ουσ ουδ
 These trunks are made of stretch fabric for comfort.
trunk n (upper body, torso)κορμός ουσ αρσ
 Ben was a solidly built man, with a wide trunk.
 Ο Μπεν ήταν ένας γεροδεμένος άντρας με φαρδύ κορμό.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
trunk | swim trunks
ΑγγλικάΕλληνικά
car trunk (US),
car boot (UK)
n
(boot: car's rear compartment)πορτμπαγκάζ ουσ ουδ άκλ
 When we went to the drive-in we would usually sneak in some friends in the car trunk.
tree trunk n (thick stem of tree)κορμός δέντρου ουσ αρσ
 The teenagers carved their initials into the tree trunk.
trunk call n UK (long-distance phone call)υπεραστικό τηλεφώνημα επίθ + ουσ ουδ
  υπεραστικό επίθ ως ουσ ουδ
trunk road n UK (main road)κύρια οδική αρτηρία φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'swimming trunks' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση swimming trunks στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «swimming trunks».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!